Ζούμε την πρώτη θεωρία της τέχνης η οποία δεν έχει ως συστατικό της μια ισχυρή κριτική της μορφής. Ως την περίοδο του όψιμου μοντερνισμού, συχνά έμοιαζε πως τίποτε δεν μας απασχολούσε παρά η μορφή. Έκτοτε ασχολούμαστε σχεδόν με οτιδήποτε άλλο, αρκεί να μη διακινδυνεύσουμε μια αναφορά σε μορφολογικά ζητήματα.
Τόσο από φόβο έχουμε πάρει την πιθανότητα να μιλήσουμε για το πώς είναι κατασκευασμένο ένα καλλιτέχνημα, ώστε συχνά βρίσκεται κανείς αντιμέτωπος με την εξής σκηνή: Θεωρητικοί της τέχνης μιλούν μεταξύ τους - σε διαλέξεις, στρογγυλά τραπέζια, fora, κλπ. Ξεκινούν αναπτύσσοντας μια ανάλυση της παγκόσμιας πολιτικής κατάστασης και επικεντρώνονται στα ζητήματα εκείνα της επικαιρότητας που τυχαίνει αυτή τη στιγμή να εμφανίζουν τις μεγαλύτερες γεωπολιτικές εντάσεις. Ύστερα αφηγούνται την ύπαρξη καλλιτεχνημάτων που με τον ένα ή τον άλλο τρόπο παραπέμπουν στα ζητήματα αυτά, για τα οποία όλοι έχουν φτάσει στο συμπέρασμα ότι είναι ενδιαφέροντα. Το παράδοξο αυτό - δηλαδή ένα καλλιτέχνημα που αξιολογείται ως ενδιαφέρον επειδή το ζήτημα στο οποίο παραπέμπει αξιολογείται ως ενδιαφέρον - είναι πρωτίστως απόρροια της απουσίας μιας ισχυρής κριτικής της μορφής του.
Με αυτή την έννοια είναι σχεδόν αναμενόμενος ο τρόπος με τον οποίο πολλοί θεωρητικοί αποτιμούν στις μέρες μας τη σύγχρονη ζωγραφική παραγωγή. Ίσως μάλιστα το μυστικό κρύβεται σε αυτή καθαυτή τη λέξη σύγχρονη.Συχνά έχω ακούσει πως ο ένας είναι ενδιαφέρων καλλιτέχνης επειδή η ζωγραφική του είναι σύγχρονη ή πως ο άλλος φτιάχνει ό,τι πιο σύγχρονο μπορεί να δει κανείς σήμερα στη ζωγραφική ή πως ο τρίτος έχει κατορθώσει να βρει έναν σύγχρονο τρόπο να ζωγραφίζει ή να χρησιμοποιεί τη ζωγραφική τέχνη. Αυτό που στην πραγματικότητα εννοούμε όταν καταφεύγουμε σε αυτές τις διατυπώσεις είναι ότι οι καλλιτέχνες για τους οποίους κάνουμε λόγο έχουν επινοήσει έναν τρόπο ζωγραφικής όπου η ζωγραφική δεν έχει σημασία - μας έχουν δώσει τη δυνατότητα δηλαδή να αξιολογήσουμε ένα ζωγραφικό έργο δίχως να αναγκαστούμε να αξιολογήσουμε το πώς είναι ζωγραφισμένο.
Τα επιχειρήματα που υπερασπίζονται το φαινόμενο αυτό είναι συνήθως καλοδιατυπωμένα και περίπλοκα και κυρίως περιλαμβάνουν παρατηρήσεις που όντως έχουν μια χρησιμότητα. Ένα επιχείρημα, για παράδειγμα, είναι η ανάγκη της τέχνης να αντανακλά τη συλλογική ζωή χρησιμοποιώντας διαδικασίες που δεν ανήκουν αποκλειστικά στην καλλιτεχνική πρακτική αλλά που η τέχνη τις μοιράζεται με άλλου είδους δραστηριότητες. Ένα συναφές επιχείρημα είναι η περίφημη αδυναμία της τέχνης να υποστηρίξει την καθαρότητά της, κοντολογίς ο θάνατος της γκρινμπεργκικής ορθοδοξίας, η οποία σφαδάζει πεθαίνοντας επί μακράν σαν τον Μερκούτιο στο μπαλέτο του Προκόφιεφ.
Στην πραγματικότητα, ο βασικότερος λόγος για την ύπαρξη του φαινομένου της απουσίας μιας κριτικής της μορφής είναι οι ανάγκες της αγοράς ή καλύτερα η εγκαθίδρυση ενός συστήματος που εξασφαλίζει τη διαρκή τροφοδοσία της προϊοντικής έκρηξης που χτύπησε την αγορά της τέχνης - όπως και όλες τις αγορές - μετά τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο.
Συχνά γράφεται - ένοχος έχω υπάρξει και ο ίδιος - ότι το κυρίαρχο χαρακτηριστικό του σημερινού εικαστικού τοπίου είναι ο πλουραλισμός. Ίσως είναι ενδιαφέρον να παρατηρήσει κανείς ότι όταν μιλούμε για πλουραλισμό, στην ουσία μιλούμε για πλουραλισμό των μέσων ή, για να το πούμε πιο ξεκάθαρα, των υλικών. Το χαρακτηριστικό αυτό είναι αδιαμφισβήτητο και θα μπορούσε ασφαλώς να υποστηριχθεί ότι ορισμένα υλικά είναι πιο σύγχρονα με την έννοια ότι είναι πιο πρόσφατα. Η υπόθεση όμως της σύγχρονης χρήσης ενός υλικού (ως άλλης από μία προηγούμενη και παρωχημένη) είναι κάτι διαφορετικό. Και στη ζωγραφική δύσκολα μπορεί κανείς να υποστηρίξει κάτι τέτοιο - τουλάχιστον για τα χρονικά διαστήματα τα οποία μας απασχολούν, θα μπορούσαμε άραγε να πούμε ότι η χρήση της μπογιάς από τον Ντελακρουά είναι τόσο πεπαλαιωμένη σε σχέση με τη χρήση της μπογιάς από τον Μανέ;
Δεν υπάρχει σύγχρονη ζωγραφική. Υπάρχει ζωγραφική που εμπνέεται, λαμβάνει υπόψη της ή αναπαριστά τη σύγχρονη ζωή - όπως άλλωστε το έκανε πάντα, συν τοις άλλοις επειδή κανείς δεν μπορεί να κάνει διαφορετικά. Η μανία με το σύγχρονο είναι μια συνθήκη της εποχής, την οποία αν θέλει κανείς μπορεί να την υπολογίσει. Μια ουσιαστική κίνηση προαγωγής ενός υγιούς πλουραλισμού θα ήταν όμως αυτή που θα παρείχε μια άλλη συνθήκη, μια συνθήκη που δεν έχει να κάνει με ό,τι είναι σύγχρονο αλλά με ό,τι είναι τόσο στερεά εδραιωμένο στη συλλογική ευαισθησία ώστε η ανανέωσή του να πηγάζει από την εφαρμογή του σε βάθος.
Δεν είναι μυστήριο γιατί σε ένα κράτος όπως το νέο ελληνικό (το οποίο στιγματίστηκε εξ αρχής από δύο αγωνίες - τη σχέση με το αρχαίο παρελθόν και την ισότιμη συμμετοχή στις υποθέσεις του ανεπτυγμένου κόσμου) δεν έχουμε κατορθώσει ως τώρα να εκμεταλλευθούμε τη μοναδική ευκαιρία που μας πρόσφερε η λεγάμενη γενιά των Νέων Ελλήνων Παραστατικών. Πρόκειται για καλλιτέχνες που θα μπορούσαν να συστήσουν μια νέα συνθήκη με μόνο όπλο την πίστη τους σε ένα υλικό.
Η ζωγραφική της Ειρήνης Ηλιοπούλου είναι τέτοια ζωγραφική. Σε καμία περίπτωση δεν σε αφήνει να ασχοληθείς με άλλα πράγματα παρακάμπτοντας την «κουζίνα» της. Πιστεύω - και το νιώθω έντονα αυτή τη στιγμή που γράφω - ότι αποτελεί σχεδόν φλυαρία να πει κανείς έστω και μία λέξη παραπάνω.
Εν τούτοις, θα θυμίσω τον όμορφο αφορισμό του Ζορζ Μπρακ, «η τέχνη είναι ένας τρόπος αναπαράστασης», για να πω το εξής: αναπαράσταση και απεικόνιση δεν είναι το ίδιο πράγμα. Η αναπαράσταση έχει να κάνει με τη δημιουργία μιας τάξης, με τη σύσταση ενός συστήματος, με τη γέννηση ενός γεγονότος. Στην ζωγραφική τέχνη η διαδικασία αυτή επιτελείται με χρωματικά μείγματα, τα οποία οργανώνονται σε μια επιφάνεια ώστε να καταστήσουν δυνατή μια ανάγνωση. Όσο επιτυχέστερη η οργάνωση, τόσο καλύτερος ο πίνακας. Ακούγεται απλό αλλά δεν είναι. Το τι ακριβώς καθιστά την οργάνωση λιγότερο ή περισσότερο επιτυχή παραμένει πάντα μυστηριώδες. Συζητώντας με την Ειρήνη, το προσεγγίσαμε κάνοντας παρατηρήσεις για λίγο περισσότερο μαύρο σε ένα σημείο, μια δυνατή αντανάκλαση σε ένα άλλο που ίσως έπρεπε να είναι πιο συγκρατημένη, ένα φωτεινό βιολετί μείγμα που λειτουργούσε μολονότι δεν θα το περίμενε κανείς, και πάει λέγοντας...
Πιθανώς το πιο διαφωτιστικό πράγμα που μπορώ να γράψω για την τέχνη της Ειρήνης Ηλιοπούλου είναι ότι γοητεύει γιατί ασχολείται με τη μορφή. Ένας άλλος τρόπος να πω το ίδιο θα ήταν ότι γοητεύει επειδή είναι ζωγραφική.
Αυγουστίνος Ζενάκος